na-agapas-ton-eauto-sou

ΝΑ ΑΓΑΠΑΣ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΣΟΥ

-Δεν μπορώ να χαρώ.
-Τι εννοείς, Ελένη;
-Νιώθω πως όταν γίνεται κάτι καλό στη ζωή μου, δεν μπορώ να το χαρώ. Σαν να μετριάζω τη χαρά μέσα μου.
-Για παράδειγμα;
-Για παράδειγμα, δεν μπορώ να χαρώ την σχολή μου. Νιώθω ότι με πιέζει. Κι ο Μανώλης, κοιτάει μόνο τις ανάγκες του. Σημασία δεν μου δίνει.
-Από πότε άρχισες να νιώθεις ότι δεν μπορείς να χαρείς;
-Από πάντα. Απλά τώρα έγινε πιο έντονο. Οτιδήποτε προκαλεί χαρά το κατακρίνω. Οποιοσδήποτε είναι χαρούμενος, θα του βρω κάποιο αρνητικό. Ενδεχομένως θα τον χαρακτηρίσω χαζοχαρούμενο.
-Πώς κι έτσι; Πώς έγινε και δεν μπορείς να χαρείς;
-Νομίζω ότι γίνομαι η μητέρα μου. Αυτή δεν μπορούσε να χαρεί με τίποτα. Ό,τι κι αν έκανε την κούραζε. Γυρνούσε σπίτι μετά από βόλτα με τον μπαμπά και αυτό που έλεγε ήταν πόσο πολύ κουράστηκε. Τρομάζω στην ιδέα ότι μοιάζω με την μαμά μου.
-Κρίνεις τον εαυτό σου όταν πάει να χαρεί;
-Ναι. Νιώθω ότι βρίσκομαι σε μια μέση κατάσταση. Δεν χαίρομαι. Δεν θυμώνω.

Πολύ με προβλημάτιζε η μετριότητα που περιέγραφε η Ελένη. Όταν κάποιος έχει έντονα και ξεκάθαρα συναισθήματα, ξέρεις τι να τα κάνεις. Όταν αρχίζει όμως, να προσθέτει τη λέξη “λίγο” στη χαρά ή το θυμό του, εκεί υπάρχει πολύ δουλειά. 

Κοιτώντας την Ελένη ένιωθα το καταθλιπτικό συναίσθημα που περιέγραφε. Φοβήθηκα πως θα παρατούσε κάθε προσπάθεια κι ο κίνδυνος αυτός περιόρισε τη σκέψη μου σε μία μόνο κατεύθυνση.

-Προτιμάς να τα παρατήσεις;
-Ναι, απάντησε με βαθιά παθητικότητα που με τρόμαζε.
-Νομίζεις πως μπορείς να το διακινδυνέψεις; Αν μπορούσες να σε καταλάβεις ίσως τα πράγματα να ήταν διαφορετικά. Το συναίσθημα της μαμάς σου σε έχει επηρεάσει άμεσα. Το πρότυπο, το οποίο σου δόθηκε από το σπίτι, το υπηρετείς πιστά, αλλά δεν φταις εσύ για αυτό. Έχεις κάθε δικαίωμα να νιώθεις έτσι. Εσύ είσαι εδώ για να ζήσεις την δικιά σου ζωή.
-Θέλω να μπορώ να χαρώ με όλη μου την καρδιά. Ποιός θα μου το μάθει αυτό; Νιώθω τόσο μόνη. 
-Αν μπορούσες να παραιτηθείς από την προσπάθεια κατάκρισης του εαυτού σου και ξεκινούσες να πετύχεις την επιδοκιμασία του εαυτού σου, θα ήταν ένα μεγάλο βήμα για σένα.

Σαν τα λόγια μου να χτύπησαν κάτι μέσα της. Σαν να αγγίχτηκε μια λεπτή χορδή ενός οργάνου που δεν ήξερε την ύπαρξή του. Κάποιος της αναγνώριζε το δικαίωμα να μην είναι χαρούμενη κι ίσως για πρώτη φορά συνέδεσε αυτή της τη συμπεριφορά με την μητέρα της. Αυτό που άλλαξε ήταν πως δεν ήταν πια μόνη της. Κάποιος την κατάλαβε αυθεντικά. Αλλά αυτό η Ελένη δεν το κατάλαβε εκείνη τη στιγμή. 

Δάκρυα έτρεχαν στο πρόσωπό της. Έβγαλε ένα βαθύ αναστεναγμό, που φανέρωσε, καλύτερα απ’ τα λόγια, την απελπισία της. Έκλαιγε πλέον μ’ αναφιλητά. Ξέσπασμα πόνου.

Σαν μια πόρτα να είχε ανοίξει μέσα της, που η ίδια δεν είχε ζητήσει να μπει. Και το χειρότερο; Δεν ήξερε που οδηγεί. Δεν ήξερε πόσο βάθος είχαν τα σκαλιά που κατέβαινε. 

Οι λυγμοί της όλο και μεγάλωναν. Αδύνατον να σταματήσει. Εγώ, απλώς παρατηρητής. Εμείς οι θεραπευτές σ’ αυτές τις περιπτώσεις μοιάζουμε τόσο άχαροι αλλά και τόσο χρήσιμοι συνάμα. Κάποιος άντεχε το κλάμα της έστω και σαν ανήμπορος μάρτυρας. 

Ξαφνικά, αρπάζει το διακοσμητικό μαξιλάρι από τον καναπέ και το έσφιγγε στην αγκαλιά της, σαν να βρισκόταν μέσα του η ίδια η ζωή. Σιγά σιγά το κλάμα μαλάκωνε. Οι λυγμοί της έγιναν λιγότερο έντονοι. Σαν μικρό παιδί που έκλαψε πριν αποκοιμηθεί. 

Ξέφυγε από την αβάσταχτη μοναξιά της για να φτάσει στην αποδοχή του εαυτού της. Έπεσε απότομα από εκείνη την σκάλα και μπήκε σε ένα ολοσκόταδο δωμάτιο, που έμοιαζε να αφορά κάτι ολάκερα δικό της. Συνέχιζε να σφίγγει το μαξιλάρι κι εγώ ένιωθα πως έπρεπε να την τραβήξω έξω από αυτό το δωμάτιο.

-Θα ήθελα ν’αγκάλιαζες το σώμα σου αντί για το μαξιλάρι, της είπα με όσο πιο ήπια και συμπονετική φωνή είχα. Εκείνη με κλειστά μάτια, χαμένη στο τόπο που είχε βρεθεί το έπραξε λέγοντας:
-Νιώθω τόσο μόνη.
-Μα δεν είσαι. Έχεις τον εαυτό σου. 

Μπορούμε να αγκαλιάσουμε τον εαυτό μας; Μπορούμε να γυρίσουμε και να κοιτάξουμε τους εαυτούς μας με βλέμμα αγάπης και κατανόησης; 

Καμιά φορά οι γονείς δεν έχουν φερθεί στα παιδιά τους με τον τρόπο που αυτά θα ήθελαν. Κι αυτό δημιουργεί τύψεις στα παιδιά, γιατί αν θελήσουν να γίνουν κάτι άλλο από τους γονείς τους τότε νιώθουν πως τους προδίδουν. Ποιο παιδί θα άντεχε να προδώσει τους γονείς του; 

Αν όμως, μπορέσει κανείς να κοιτάξει τον εαυτό του, όπως αυτός θα ήθελε να τον δουν οι γονείς του, τότε γίνεται γονιός του εαυτού του. Γίνεται ενήλικος δηλαδή και απελευθερώνεται από τα δεσμά του παρελθόντος. Οι εξωτερικοί παράγοντες τότε μοιάζουν μικροί για να τον επηρεάσουν. 

Μήπως ήρθε η ώρα; Μήπως ήρθε το πλήρωμα του χρόνου για να αγαπήσουμε τους εαυτούς μας; 

Ποιο παιδί θα άντεχε να προδώσει τους γονείς του;

Αν μπορέσει κανείς να κοιτάξει τον εαυτό του, όπως αυτός θα ήθελε να τον δουν οι γονείς του, τότε γίνεται γονιός του εαυτού του. Γίνεται ενήλικος δηλαδή και απελευθερώνεται από τα δεσμά του παρελθόντος. Οι εξωτερικοί παράγοντες τότε μοιάζουν μικροί για να τον επηρεάσουν. 
Μαρία Σαρίγκολη
Ψυχοθεραπεύτρια
Μοιράσου το άρθρο...

Similar Posts